Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόlignàggio
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [liɲˈɲadʤo] 1 σειρά 2 γενιά 3 γενεαλογία 4 σειριά 5 καταγωγή permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |