Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόlevigatùra
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [levigaˈtura] 1 ξύσιμο 2 λείανση 3 ρεκτιφιέ 4 εξομάλυνση 5 στίλβωμα 6 γυάλισμα 7 τρίψιμο permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |