Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόleviatàno
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [levjaˈtano] 1 τέρας γραφειοκρατίας 2 τεράστιο κήτος 3 μεγαθήριο 4 λεβιάθαν permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |