Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόlargheggiàre
ρήμα αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [largedˈʤare] 1 παρέχω αφειδώς 2 επιδαψιλεύω 3 παράγω εν αφθονία 4 είμαι ανοιχτοχέρης permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |