Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόlanciàto
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [lanˈʧato] 1 ταχυπόρος 2 κυλιόμενος 3 κινούμενος σαν βέλος 4 ιπτάμενος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |