Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόlàmina
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [ˈlamina] 1 πέταλο 2 λεπτός υμένας 3 φολίδα 4 λέπι 5 παχύ έλασμα 6 έλασμα 7 λεπίδιο 8 λεπτή πλάκα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |