Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόlaminàre
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [lamiˈnare] αποτελούμενος από στρώματα laminàre ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [lamiˈnare] 1 χωρίζω σε φύλλα 2 χωρίζω σε ελάσματα 3 ελασματοποιώ permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |