ItalianoGreco


lagnóso  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [laɲˈɲoso], [laɲˈɲozo]

1 λυπητερός
2 πληκτικός
3 μεμψίμοιρος
4 παραπονούμενος
5 παραπονιάρικος
6 παραπονετικός


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---