Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόiònio
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [ˈjɔnjo] το Ιόνιο iònio επίθετο Προσφορά I.P.A.: [ˈjɔnjo] ιόνιο (στοιχείο) permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαIsole [θηλ. πλυθ.] Ionie = Ιόνια Νησιά Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |