Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόintonacatùra
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [intonakaˈtura] 1 σοβάς 2 σοβάντισμα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |