Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόintegrità
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [integriˈta] 1 τιμιότητα 2 ολότητα 3 χρηστότητα 4 εντιμότητα 5 πληρότητα 6 ακεραιότητα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |