Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόinnalzaménto
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [innaltsaˈmento] 1 σήκωμα 2 ανύψωση permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |