Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόinguarìbile
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [ingwaˈribile] 1 αθεράπευτος 2 χρόνιος 3 αγιάτρευτος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |