Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόinfierìre
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [infjeˈrire] 1 μανιάζω 2 λυσσώ 3 δεν κρατιέμαι 4 μαίνομαι 5 είμαι ανηλέητος 6 φρενιάζω 7 ενεργώ με αιμοβορία 8 λυσσομανώ 9 λυσσιάζω permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |