Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόinfagottàre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [infagotˈtare] 1 ντύνω ζεστά 2 τυλίγω infagottarsi ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό) Προσφορά I.P.A.: [infagotˈtarsi] ντύνομαι ζεστά permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |