Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόindirètto
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [indiˈrɛtto] έμμεσος (-η, -ο) permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαdiscorso [αρσ.] indiretto = ο πλάγιος λόγος Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |