ItalianoGreco


incasellàre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [inkaselˈlare]

1 τοποθετώ σε θυρίδα
2 βάζω σε ράφι
3 βάζω σε θυρίδα αρχειοθήκης
4 βάζω στο χρονοντούλαπο
5 ταξινομώ
6 αρχειοθετώ


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---