Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόimperiàle
ουσιαστικό αρσενικό και θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [impeˈrjale] 1 όνομα παλιού χρυσού νομίσματος 2 άνω τμήμα στην οροφή ταξιδιωτικής άμαξας για αποσκευές imperiàle επίθετο Προσφορά I.P.A.: [impeˈrjale] 1 καισαρικός 2 αυτοκρατορικός permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |