Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόidiotàggine
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [idjoˈtadʤine] 1 βλακεία 2 χαζομάρα 3 ιδιωτεία 4 ανοησία 5 ηλιθιότητα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |