Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόguarnìre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [gwarˈnire] 1 αρματώνω (πλοίο) 2 γαρνίρω 3 οχυρώνω 4 εξοπλίζω 5 εφοπλίζω 6 εφοδιάζω 7 προμηθεύω 8 διανθίζω 9 εξαρτίζω permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |