Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόgravàto
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [graˈvato] 1 επιβαρημένος 2 κατάφορτος 3 φορτωμένος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |