Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόgarzatrìce
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [gardzaˈtriʧe] 1 λανάρι 2 λανάρα 3 ξάνιον permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |