Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόgàrbo
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [ˈgarbo] 1 τακτ 2 λεπτότητα 3 ευγένεια 4 ευγενικοί τρόποι 5 διακριτικότητα στη συμπεριφορά 6 καλοσύνη 7 χάρη permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |