Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόgallonàre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [galloˈnare] στολίζω με κορδέλες ή με σιρίτια ή με πλεξούδα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |