ItalianoGreco


gaiézza  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [gaˈjettsa]

1 χαρούμενη διάθεση
2 χαρά
3 ζωηρότητα χρωμάτων
4 φαιδρότητα
5 ευθυμία
6 ιλαρότητα
7 κέφι


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---