Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόgagnolàre
ρήμα αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [gaɲɲoˈlare] 1 ουρλιάζω θρηνητικά 2 κλαψουρίζω 3 κλαυθμυρίζω permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |