gabbatóre
αρσενικό επίθετο και ουσιαστικό
Προσφορά I.P.A.: [gabbaˈtore]
1 καλπουζάνης
2 λωποδύτης
3 θεομπαίχτης
4 απατεώνας
5 αεριτζής
6 κομπιναδόρος
αρσενικό επίθετο και ουσιαστικό
Προσφορά I.P.A.: [gabbaˈtore]
1 καλπουζάνης
2 λωποδύτης
3 θεομπαίχτης
4 απατεώνας
5 αεριτζής
6 κομπιναδόρος
permalink
gabbatore (αρσ. επίθ και ουσ)
Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android