Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


freàtico  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [freˈatiko]

1 πηγαίος
2 υδροφόρος
3 ο του φρέατος


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  frazionista freccetta  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

frazionato (επίθ.)
frazione (θηλ.ουσ)
frazionismo (ουσ αρσ )
frazionista (ουσ αρσ και θηλ.)
frazionista (επίθ.)
freatico (επίθ.)
freccetta (θηλ.ουσ)
freccia (θηλ.ουσ)
frecciare (ρ. μτβ. και αμετβ.)
frecciata (θηλ.ουσ)
frecciatura (θηλ.ουσ)
freddamente (επίρ.)
freddare (ρ. μτβ.)
freddarsi (ρ.μ. (αντων.))
freddezza (θηλ.ουσ)
freddino (αρσ. επίθ και ουσ)
freddo (ουσ αρσ )
freddo (επίθ.)
freddoloso (αρσ. επίθ και ουσ)
freddura (θηλ.ουσ)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---