Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


freddézza  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [fredˈdettsa]

1 δροσιά
2 δροσερότητα
3 ψυχραιμία
4 αυτοκυριαρχία
5 παγερότητα
6 ψυχρότητα
7 αυτοπειθαρχία
8 ψύχρα
9 αυτοέλεγχος
10 κρυάδα


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  freddarsi freddino  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

frecciata (θηλ.ουσ)
frecciatura (θηλ.ουσ)
freddamente (επίρ.)
freddare (ρ. μτβ.)
freddarsi (ρ.μ. (αντων.))
freddezza (θηλ.ουσ)
freddino (αρσ. επίθ και ουσ)
freddo (ουσ αρσ )
freddo (επίθ.)
freddoloso (αρσ. επίθ και ουσ)
freddura (θηλ.ουσ)
freddurista (ουσ αρσ και θηλ.)
freezer (ουσ αρσ )
fregaccio (ουσ αρσ )
fregagione (θηλ.ουσ)
fregamento (ουσ αρσ )
fregare (ρ. μτβ.)
fregarsi (ρ.μ. (αντων.))
fregata (θηλ.ουσ)
fregatura (θηλ.ουσ)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---