Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


formaldèide  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [,fɔrmalˈdɛjde]

φορμαλδεΰδη


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  formaggio formale  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

formaggetta (θηλ.ουσ)
formaggiaio (ουσ αρσ )
formaggiera (θηλ.ουσ)
formaggino (ουσ αρσ )
formaggio (ουσ αρσ )
formaldeide (θηλ.ουσ)
formale (επίθ.)
formalina (θηλ.ουσ)
formalismo (ουσ αρσ )
formalista (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.)
formalistico (επίθ.)
formalità (θηλ.ουσ)
formalizzare (ρ. μτβ.)
formalizzarsi (ρ. μ. αμτβ.)
formalizzazione (θηλ.ουσ)
formare (ρ. μτβ.)
formarsi (ρ.μ. (αντων.))
formativo (αρσ. επίθ και ουσ)
formato (ουσ αρσ )
formato (επίθ.)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---