Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόformàggio
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [forˈmadʤo] το τυρί permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαformaggio [αρσ.] al tegamino = το τυρί σαγανάκι Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |