Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόforàme
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [foˈrame] 1 οπή (στον οργανισμό) 2 οπή 3 τρύπα 4 άνοιγμα 5 τρήμα 6 διαμπερής κοιλότητα (για οστά ή μυὶκά τοιχώματα) permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |