Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόflèsso
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [ˈflɛsso] 1 καμπή (μαθηματικά) 2 σημείο καμπής (μαθηματικά) permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |