Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόflatulènto
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [flatuˈlɛnto] 1 φυσώδης 2 μετεωρισμένος 3 φουσκωμένος 4 τυμπανικός permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |