Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόflàngia
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [ˈflanʤa] 1 κολάρο 2 πατούρο 3 φλάντζα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |