Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόfischiàta
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [fisˈkjata] 1 κράξιμο 2 πρόγκα 3 σφύριγμα 4 γιουχάρισμα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |