Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόfinalìno
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [finaˈlino] 1 βινιέτα τέλους βιβλίου 2 διακοσμητικό τέλους κεφαλαίου (τυπογραφία) permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |