Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόfiammànte
αρσενικό επίθετο και ουσιαστικό Προσφορά I.P.A.: [fjamˈmante] 1 πύρινος 2 κόκκινος 3 φλεγόμενος 4 φλογερός permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |