Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόfamigliàre
αρσενικό και θηλ επίθετο και ουσιαστικό Προσφορά I.P.A.: [famiʎˈʎare] οικογενειακός (χρησιμοποίησε καλύτερα το familiare) permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |