Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόfamiliarità
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [familjariˈta] 1 έλλειψη επισημότητας 2 προσαρμογή 3 γνωριμία 4 οικείωση 5 εξοικείωση 6 εγκλιματισμός 7 ξεθάρρεμα 8 οικειότητα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |