ItalianoGreco


elùdere  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [eˈludere]

1 αποφεύγω
2 διαφεύγω
3 ξεγλιστρώ
4 υπεκφεύγω
5 ξεφεύγω
6 παρακάμπτω
7 παραμερίζω
8 αποφεύγω εργασία ή καθήκον
9 αποφεύγω με επιδεξιότητα


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---