ItalianoGreco


effettuàre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [effettuˈare]

πραγματοποιώ

effettuarsi  
ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό)

Προσφορά I.P.A.: [effettuˈarsi]

1 πραγματοποιούμαι
2 υλοποιούμαι
3 λαμβάνω χώρα
4 πραγματώνομαι


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---