Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόdisamoràto
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [dizamoˈrato] 1 απαθής 2 ψυχρός (στα αισθήματα) 3 χωρίς να δίνει αγάπη permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |