Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόdimagràre
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [dimaˈgrare] 1 λεπτύνω 2 προκαλώ αδυνάτισμα 3 λεπταίνω 4 ισχνεύω 5 λιγνεύω 6 λιανεύω 7 χάνω βάρος 8 αδυνατίζω 9 απισχναίνομαι 10 ισχναίνω 11 αχαμναίνω permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |