Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόdeterminatézza
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [determinaˈtettsa] 1 θεληματικότητα 2 αποφασιστικότητα 3 ακρίβεια permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |