Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόdestinàto
αρσενικό επίθετο και ουσιαστικό Προσφορά I.P.A.: [destiˈnato] 1 καθορισμένος από τη μοίρα 2 μοιρόγραφτος 3 μοιραίος 4 προορισμένος από τη μοίρα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |