Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόdeprezzaménto
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [deprettsaˈmento] 1 απόσβεση (λογιστική) 2 υποτίμηση permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |