Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόdentàto
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [denˈtato] 1 πριονωτός 2 δαντελωτός 3 κυματοειδής 4 δοντάς 5 με δόντια ορισμένου είδους 6 οδοντωτός 7 με πεταχτά δόντια permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |