Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόdenaturàre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [denatuˈrare] 1 προσθέτω μεθύλιο 2 νοθεύω 3 αλλοιώνω 4 μετουσιώνω 5 κάνω ακατάλληλο προς πόση 6 αλλοιώνω την φύση permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |