Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόdemànio
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [deˈmanjo] 1 κτηματολόγιο 2 γραφείο προστασίας της κρατικής περιουσίας 3 κρατική περιουσία permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |